Η λίστα ιστολογίων μου

10/7/20

Ποια είναι η Δουλειά της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας;

Με την ευκαιρία της αλλαγής της ηγεσίας της ΡΑΕ, υπήρξαν δημοσιεύματα από ανθρώπους που είναι σε θέση να ξέρουν καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο τα θέματα σχετικά με την λειτουργία της Αρχής στο παρελθόν και είναι κατά τεκμήριο ίσως οι ικανότεροι να προτείνουν κατευθύνσεις για το μέλλον. Ο υπογράφων είναι κοινός θνητός του οποίου η δραστηριότητα επηρεάζεται από την λειτουργία της ΡΑΕ. Όπως επηρεάζεται - χωρίς ίσως να το κατανοούν - η ζωή όλων των πολιτών.  Αισθάνεται συνεπώς ότι οφείλει στον εαυτό του αλλά και στο κοινωνικό σύνολο να παρουσιάσει προς συζήτηση μια εκλαϊκευμένη άποψη για τον κρατικό αυτό θεσμό. Όχι για το παρελθόν. Δεν έχει νόημα να κλαίμε πάνω από το χυμένο γάλα. Αλλά για το μέλλον. Προτάσεις που οδηγούν σε μετρήσιμους στόχους. Σε απλά ελληνικά.

Η ΡΑΕ λοιπόν έχει ένα λόγο ύπαρξης: Να υποστηρίζει τους Έλληνες καταναλωτές ενέργειας και την οικονομία της χώρας γενικότερα ώστε να έχουν στην διάθεσή τους επαρκή και ασφαλή τροφοδοσία σε ενέργεια στις χαμηλότερες δυνατές αλλά συγχρόνως ανταγωνιστικές τιμές σε σχέση με διεθνή μέτρα και σταθμά. Ο τρόπος που η ΡΑΕ προσπαθεί να το κάνει αυτό είναι να θέτει τους αναγκαίους κανόνες σε αγορές. Οι αγορές χρειάζονται κανόνες και την έξωθεν επιβολή τους για δύο κυρίως λόγους: Την ύπαρξη φυσικών μονοπωλίων (στα δίκτυα) και τις πολιτικές αποφάσεις στρέβλωσης τους για λόγους κοινωνικούς (κλιματική αλλαγή, προστασία αδυνάτων).

Παρατήρηση πρώτη: Η ύπαρξη καθεαυτή "ρύθμισης" επιβεβαιώνει την θεμελιώδη απόφαση (που έχει ληφθεί σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο έστω και χωρίς να το έχουν κατανοήσει ή να έχουν συμφωνήσει σ' αυτό όλοι) ότι ο κλάδος θα λειτουργεί κατά βάση με τους κανόνες της "ελεύθερης αγοράς". Αυτό σημαίνει ότι η πρώτη επιλογή για την λύση προβλημάτων σχετικών με την παραγωγή, διανομή κλπ των προϊόντων είναι ο σχεδιασμός, υλοποίηση και παρακολούθηση μηχανισμών αγοράς. Λογικό επακόλουθο αυτού είναι ότι, μακροπρόθεσμα, αν ο ρυθμιστής κάνει καλά την δουλειά του, το αποτέλεσμα θα είναι η κατάργηση της ανάγκης για ρύθμιση και συνεπώς του ρυθμιστικού οργάνου. Αυτός υπήρξε άλλωστε ο διακηρυγμένος στόχος του ρυθμιστή στο Ηνωμένο Βασίλειο επί Θάτσερ κυρίου Stephen Littlechild (πρέπει να ομολογήσουμε ότι απέτυχε).

Παρατήρηση δεύτερη: Για την ΡΑΕ οι πολιτικές αποφάσεις για την στρέβλωση των αγορών προς επίτευξη κοινωνικών στόχων είναι περιορισμοί και όχι δικοί της στόχοι. Περιορισμοί των οποίων την  επίπτωση πρέπει να ελαχιστοποιήσει για λογαριασμό των καταναλωτών. Η ΡΑΕ δεν είναι υπεύθυνη ούτε για την θέσπιση των στόχων ούτε για την επίτευξή τους  - για παράδειγμα σχετικά με την κλιματική αλλαγή. Είναι υπεύθυνη για την υλοποίηση των πολιτικών αποφάσεων μέσω κανόνων που έχουν τις μικρότερες δυνατές αρνητικές επιπτώσεις/στρεβλώσεις στην αποδοτική λειτουργία των αγορών.

Η ΡΑΕ λοιπόν είναι στην υπηρεσία των καταναλωτών. Παρακολουθεί (και σχεδιάζει όταν χρειαστεί) τις αγορές (ή μηχανισμούς που προσομοιώνουν αγορές) ώστε αυτές να μεγιστοποιούν την κοινωνική ευημερία. Οι αγορές αυτό το κάνουν με δύο τρόπους. Εξασφαλίζουν κατ' αρχήν την βραχυπρόθεσμη κοινωνικά βέλτιστη ισορροπία μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης μέσω του μηχανισμού των τιμών. Ταυτόχρονα όμως, ίσως το σημαντικότερο, εκπέμπουν σήματα ανισορροπίας που δημιουργούν οι καινοτομίες, οι οποίες καταλήγουν σε αύξηση της παραγωγικότητας και τελικά του "πλούτου των εθνών".  

Εάν τα παραπάνω είναι αποδεκτά, τότε μπορεί κανείς - έστω και κοινός θνητός με επίγνωση των περιορισμένων γνώσεων και εμπειρίας του, να παρουσιάσει ως λογική τους συνέπεια, ένα κατάλογο με δράσεις/πολιτικές που  θα μπορούσαν να είναι στην ημερήσια διάταξη της ΡΑΕ τα επόμενα χρόνια. Ιδού ο κατάλογος:

Ο νομπελίστας οικονομολόγος Vernon L. Smith (πειραματικά οικονομικά) έχει γράψει ότι οι καταναλωτικές αγορές κάνουν θαύματα υπό δύο όρους: Οι καταναλωτές να πληρώνουν για αυτό που αγοράζουν και οι πωλητές να μην παραπλανούν τους πελάτες τους. Στην ελληνική αγορά έχουμε πετύχει δύο στα δύο. Αλλά από την ανάποδη. Η χαμηλή εισπραξιμότητα είναι το σημαντικότερο πρόβλημα της ελληνικής αγοράς (ακόμα και σήμερα). Βασικός δείκτης επιτυχίας της διοίκησης της ΡΑΕ είναι η επαναφορά της εισπραξιμότητας σε επίπεδα πρώτου κόσμου. Μια μέθοδος που δεν έχει δοκιμαστεί μέχρι σήμερα είναι η χρήση (έξυπνων!) μετρητών προπληρωμής που θα μείωνε τους στρατηγικούς κακοπληρωτές.  Όσον αφορά την παραπλάνηση, η ΡΑΕ αρκεί να δώσει κίνητρα μέσω πιστοποίησης σε οικονομικές οντότητες που έχουν συμφέρον να μειώνουν το κόστος πρόσκτησης της πληροφορίας για τους καταναλωτές παρουσιάζοντας αντικειμενικά και αξιόπιστα τις τιμές στην λιανική. Λέγονται ιστοσελίδες σύγκρισης τιμών και λειτουργούν με επιτυχία εδώ και 5 χρόνια (ο υπογράφων είναι ιδιοκτήτης μιας από αυτές). Αυτό άλλωστε αποτελεί και υποχρέωσή της να το κάνει με βάση την Οδηγία 944/2019 μέχρι 31/12/2020.

Με την προϋπόθεση ότι θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της είσπραξης των λογαριασμών, η ΡΑΕ θα είναι σε θέση να θέσει φιλόδοξους στόχους για την μείωση του μεριδίου αγοράς της ΔΕΗ στην λιανική αγορά - ίσως Herfidahl index στο 0,200 στα επόμενα 2-3 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι το μερίδιο αγοράς του δεσπόζοντα παρόχου θα είναι στο 35% περίπου. Ο δοκιμασμένος τρόπος είναι η τοποθέτηση κατώτατου ορίου στα τιμολόγια της ΔΕΗ μέχρι να επιτευχθεί ο στόχος του 35%. Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι ότι η  ΔΕΗ χρεώνει υψηλότατες τιμές στους συνεπείς της πελάτες οι οποίοι επιδοτούν έτσι τους κακοπληρωτές. Αυτή η πρακτική δεν οδηγεί πουθενά γιατί δίνει λάθος κίνητρα σε όλους τους εμπλεκόμενους.

Ο κλάδος του ηλεκτρισμού έχει αποδεχθεί από την γέννησή του μια ασυμμετρία ανάμεσα στο κόστος τους προϊόντος που είναι σε μεγάλο βαθμό σταθερό και την δομή των τιμολογίων πώλησης που είναι κυρίως ογκομετρικά - μεταβλητά. Στα  πρώτα βήματα του κλάδου με τις μεγάλες αυξήσεις των πωλήσεων αυτό ήταν καλό για τις επιχειρήσεις γιατί κάθε ευρώ (δολάριο!) αύξησης των πωλήσεων πήγαινε κατευθείαν στα κέρδη. Τα πράγματα όμως έχουν αλλάξει. Οι πάροχοι ευρίσκονται μπροστά όχι μόνο σε σχεδόν μηδενικές αυξήσεις πωλήσεων αλλά ίσως και μειώσεις - που θα μειώνουν πλέον κατευθείαν τα κέρδη. Ένας πρόσθετος λόγος είναι η κυριαρχία στο προβλεπτό μέλλον μονάδων παραγωγής με 100% σχεδόν σταθερό κόστος (ΑΠΕ και ίσως πυρηνικά!). Μια πρώτη σημαντική κίνηση της ΡΑΕ θα ήταν η αύξηση της χρέωσης των δικτύων με βάση την εγκατεστημένη ισχύ και η μείωση αυτής που είναι ανάλογη των κιλοβατωρών. Σήμερα αντισταθμίζεται η απώλεια εσόδων του ΔΕΔΔΗΕ από την υπο- απορρόφηση του κόστους μέσω των τιμολογίων. Αυτό όμως δημιουργεί αντικίνητρο για τους φιλόδοξους ανταγωνιστές/υποκατάστατα του δικτύου - την αποθήκευση! Συμφωνούμε συνεπώς με τον πανεπιστημιακό πρώην πρόεδρο της ΡΑΕ ότι είναι καιρός οι καταναλωτές να αρχίζουν να συνηθίζουν την χρέωση για εγκατεστημένη (και εγγυημένη) ισχύ και όχι την κιλοβατώρα. Να πουν όμως από σήμερα στους πολιτικούς ότι αυτό θα κάνει τα τιμολόγια κάπως πιο "αντιστρόφως προοδευτικά". Πρακτικά  η πρόταση είναι η ΡΑΕ να αντιστρέψει το σημερινό 80%-20% υπέρ των ογκομετρικών χρεώσεων στα δίκτυα στο αντίστροφο και πιο "κοστοστρεφές" 20%-80%

Γενικά η κατάσταση των δικτύων διανομής είναι ένα από τα μεγαλύτερα αδιαφανή προβλήματα του ελληνικού ηλεκτρικού συστήματος. Έχει τεράστια ανάγκη επενδύσεων - όχι σε έξυπνους μετρητές αλλά σε αντικατάσταση/αναβάθμιση του μεγαλύτερου μέρους του δικτύου που έχει κατασκευαστεί πριν 50 χρόνια. Οι δείκτες τεχνικής εξυπηρέτησης του είναι οι χειρότεροι στην ΕΕ με εξαίρεση ορισμένες χώρες του πρώην σοβιετικού μπλοκ. Εισηγούμαστε στην ΡΑΕ να προτείνει τον ριζικό ανασχεδιασμό του κλάδου. Ο ΔΕΔΔΗΕ πρέπει να ιδιωτικοποιηθεί πλήρως αφού σπάσει το λιγότερο σε 7 περιφερειακές επιχειρήσεις χωρίς να αποκλείονται μικρότερες κλίμακες (όπως δήμοι, επιχειρήσεις οργανωμένης δόμησης κλπ). Ακόμα καλύτερα να του αφαιρεθεί η λειτουργία της διαχείρισης των μετρητών και να ιδιωτικοποιηθεί με την σειρά της. Όσον αφορά τους έξυπνους μετρητές,  η απόφαση για την εγκατάστασή τους σε μικρούς πελάτες πρέπει να ανατεθεί στους προμηθευτές όπου αυτό είναι στο κοινό συμφέρον με τους πελάτες τους (οι "μεγάλοι" πελάτες έχουν ήδη έξυπνους μετρητές οι οποίοι παραμένουν μέχρι στιγμής σε αχρηστία). Δεν αναφερόμαστε στις πρόσφατες ανακοινώσεις περί αμοιβής βάσει απόδοσης και μερική ιδιωτικοποίηση γιατί θεωρούμε ότι είναι σε λάθος κατεύθυνση και σε κάθε περίπτωση πολύ λίγα και πολύ αργά για τον δημόσιας ιδιοκτησίας ΔΕΔΔΗΕ.

Ένα από τα σημαντικότερα θέματα που πρέπει να αντιμετωπίσει ο Ρυθμιστής είναι η σημαντική επιβάρυνση τους κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας από τις επιδοτήσεις των ΑΠΕ. Η αλήθεια είναι ότι το κόστος των ΑΠΕ μειώνεται με τον χρόνο και οι σχετικές επιδοτήσεις για νέες εγκαταστάσεις επίσης. Το πρόβλημα εστιάζεται κυρίως στο legacy cost δηλαδή το κόστος των συμβάσεων που έχουν συναφθεί στο παρελθόν και θα συνεχίσουν επιβαρύνουν τον καταναλωτή για πολλά χρόνια ακόμα. Μια λύση είναι να δανείζεται ο ΔΑΠΕΕΠ το ποσό (ή ένα μέρος) των υποχρεώσεων του προς τις ΑΠΕ για όσα χρόνια η χονδρική τιμή συστήματος είναι χαμηλότερη των επιδοτούμενων και να αποπληρώσει το δάνειο στο μέλλον - όταν η χονδρική τιμή ανέβει σε σχέση με την επιδότηση. Αυτή είναι μια ιδέα από την Γερμανία όπου ο προβληματισμός για το αντίστοιχο ΕΤΜΕΑΡ είναι έντονος (περίπου 65 ευρώ την μεγαβατώρα για οικιακούς πελάτες σε σύγκριση με το δικό μας 17). Από την άλλη μεριά η ΡΑΕ νομίζουμε ότι πρέπει να προτείνει ένα μέρος του κόστους της επιδότησης για τις ΑΠΕ να μετατραπεί από υποχρεωτικό σε εθελοντικό. Δεν κατανοούμε γιατί δεν δίνεται η ευκαιρία στους Έλληνες καταναλωτές να αναλάβουν τουλάχιστον ένα μέρος της δαπάνης για την σωτηρία του πλανήτη με προσωπική τους ευθύνη. Eνα εθελοντικό ΠΧΦΕΛ (μέσω "πράσινων τιμολογίων").

Η χονδρική αγορά ηλεκτρισμού στην Ελλάδα είναι από τις ακριβότερες στην Ευρώπη. Η βιομηχανία παραπονείται γι' αυτό συνεχώς. Η λύση είναι η ενίσχυση των διασυνδέσεων με τις όμορες χώρες. Αυτή άλλωστε είναι και η λογική του περίφημου target model της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ΡΑΕ συνεπώς πρέπει να εξαντλήσει τις δυνατότητες επιρροής της για να δοθεί προτεραιότητα στις διασυνδέσεις ώστε όσο το δυνατόν γρηγορότερα οι ελληνικές τιμές χονδρικής να συγκλίνουν με αυτές της Κεντρικής Ευρώπης. 

Βασική υποδομή για την αγορά ηλεκτρισμού είναι η θεσμοθέτηση και λειτουργία αγοράς δυναμικότητας (capacity market) το συντομότερο δυνατό. Στο μέλλον η αγορά αυτή θα αποτελέσει και τον κύριο μηχανισμό για την εισαγωγή νέας δυναμικότητας στο σύστημα και ανανέωσης της υπάρχουσας. Τα αποτελέσματα της δημοπρασίας, όπου θα πωλούνται δικαιώματα (και υποχρεώσεις) διαθεσιμότητας για μια περίοδο μετά από 2-3 χρόνια θα οδηγούν στην πράξη σε κλείσιμο εργοστασίων που δεν κέρδισαν στην δημοπρασία και την κατασκευή νέων με βάση τα συμβόλαια ισχύος που τους κατακυρώθηκαν στην ίδια διαδικασία. Οι δημοπρασίες του είδους αυτού στην Μ. Βρετανία αποτελούν εξαιρετικό υπόδειγμα προς μίμηση καθώς λειτουργούν εδώ και πολλά χρόνια με εξαιρετικά αποτελέσματα. Ήδη στις βρετανικές δημοπρασίες συμμετέχουν διασυνδέσεις, παραγωγοί με μείγμα  μονάδων συμπεριλαμβανομένων ΑΠΕ αλλά και συστήματα απόκρισης ζήτησης. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι η αγορά αυτή θα μας είχε σώσει με ταχύτητα αποτελεσματικότητα, διαφάνεια και αντικειμενικότητα από το θρίλερ της "απολιγνιτοποίησης" (ή τουλάχιστον τα ψέμματα των πολιτικών) . Επίσης θα μας είχαν γλυτώσει από τις "τρέλες" του παρελθόντος- όταν τα ΑΔΙ στην Ελλάδα τιμολογούνταν στα 40 χιλιάδες ευρώ το μεγαβάτ τον χρόνο και η βρετανική δημοπρασία έδινε τιμές  26 χιλιάδες ευρώ το μεγαβάτ τον χρόνο και η πιο πρόσφατη 8 χιλιάδες ευρώ το μεγαβάτ τον χρόνο. Αλλά είπαμε, ότι έγινε, έγινε - κοιτάμε μπροστά.

Αυτές είναι ορισμένες από τις προτάσεις για την ημερήσια διάταξη των θεμάτων για την ΡΑΕ το επόμενο διάστημα. Θα υπάρξουν κι άλλες αν χρειαστεί. Υπάρχουν όμως και ορισμένες απλές χειρονομίες που θα μας έκαναν ευτυχείς πέρα και πάνω από όλα:

Θα ευχαριστούσαμε την καλή μας τύχη αν τα Πεπραγμένα της ΡΑΕ για το 2019 εκδίδονταν μέσα στο 2020. Αλλά θα μας ανέβαζαν στα ουράνια τα Πεπραγμένα του 2020 μέσα στον Γενάρη του 2021 (31/1) οργανωμένα ως εξής: μικρή εισαγωγή (1/2 σελίδα), σύνοψη (1,5 σελίδα), 25 καλογραμμένες σελίδες παρουσίαση δράσεων συν κάποια παραρτήματα όπου θα φαινόταν η πρόοδος στην υλοποίηση των παραπάνω προτάσεων με αριθμούς.

....και κάτι ακόμα -  για το βίτσιο μας: Στο κάτω μέρος της πρώτης σελίδας ένα σημάδι με τίτλο : "σε απλά ελληνικά" ως δείγμα της επέμβασης γνωστού φιλολόγου - γλωσσολόγου στο κείμενο.


7/7/20

Για την Βελτίωση του Δημόσιου Διαλόγου για την Ενέργεια

Ο κλάδος της Ενέργειας βρίσκεται στο επίκεντρο πολιτικών αποφάσεων και συνεπώς του δημόσιου διαλόγου πολύ συχνά. Αυτό είναι δικαιολογημένο γιατί οι επιπτώσεις των αποφάσεων είναι σημαντικές και μακροχρόνιες. Το πρόβλημα είναι ότι, όπως είναι αναμενόμενο σε κάθε δημοκρατική κοινωνία, ο δημόσιος διάλογος για τα προβλήματα του κλάδου κυριαρχείται από "Βαπτιστές" και "Λαθρέμπορους". Οι όροι αναφέρονται στην συμμαχία που πέτυχε την θρυλική συνταγματική αναθεώρηση για την ποτοαπαγόρευση στις ΗΠΑ την δεκαετία του 1920. Οι "Βαπτιστές" ήταν οι θρησκόληπτοι ιδεολόγοι που ήταν σίγουροι ότι ο Κόσμος έχει πάρει Λάθος Δρόμο (λόγω του αλκοόλ) και αυτοί ήταν οι μόνοι που θα μπορούσαν να τον σώσουν. Οι "Λαθρέμποροι" ήταν οι επιχειρηματίες που είχαν να κερδίσουν από τον νόμο - ακόμα και παραβιάζοντάς τον. Οι πολιτικοί της εποχής, όπως όλοι οι πολιτικοί σε κοινωνίες που έχει βάρος η κοινή γνώμη, επέδειξαν καιροσκοπική στάση - όπου φυσάει ο άνεμος. Ο άνεμος που ξεσήκωναν οι Βαπτιστές και φυσούσαν για να επεκταθεί οι Λαθρέμποροι.   

Ένα άλλο όνομα της συμμαχίας Λαθρεμπόρων και Βαπτιστών είναι ο λαϊκισμός. Σε ότι ακολουθεί γίνεται μια προσπάθεια να τεθούν ορισμένα κριτήρια με βάση τα οποία ο διάλογος μπορεί να βελτιωθεί στην χώρα μας ώστε να υψωθεί ένα ανάχωμα στον λαϊκισμό. Ελπίζουμε να φανούν χρήσιμα σε όσους χειρίζονται θέματα κοινής γνώμης - δημοσιογράφους, εκδότες, πολιτικούς, πολιτευτές, επιχειρηματίες και άλλους δημοσιολογούντες που έχουν άποψη για τα θέματα της ενέργειας και φιλοδοξούν να επηρεάσουν την κοινή γνώμη (περιλαμβανομένου του γράφοντος). Έτσι ώστε να εξασφαλισθεί ότι οι πολιτικοί κινούνται προς την σωστή κατεύθυνση του ανέμου. Η τουλάχιστον σε αυτή που δεν οδηγεί σε καταστροφές. Ιδού λοιπόν ορισμένες προτάσεις:

Διαφάνεια και πληρότητα στην πληροφόρηση. Η Ελλάδα είναι μια χώρα του πρώτου υποτίθεται κόσμου στην οποία, σε αντίθεση με τον υπόλοιπο πολιτισμένο κόσμο, έχουμε την συνήθεια να  κρύβουμε τις πληροφορίες.  Η εμπειρία του γράφοντος είναι ότι στον τομέα του είναι σε θέση να γνωρίζει όλα όσα χρειάζεται για την Αγγλική, την Γερμανική και την Αμερικανική αγορά (σε επίπεδο Πολιτείας!)   - όχι όμως για την Ελληνική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα Πεπραγμένα της ΡΑΕ του 2018 που εκδόθηκαν τον Ιανουάριο του 2020. Δεν είναι το τέλος του κόσμου αλλά είναι ισχυρή ένδειξη του προβλήματος (εκτός των άλλων γιατί δημόσια πληροφορία που παραμένει ιδιωτική αποκτά ανταλλακτική αξία). Πολιτική και επιχειρηματική δράση χωρίς επαρκείς, διαφανείς, πρόσφατες, ακριβείς και εύκολα προσβάσιμες πληροφορίες δεν γίνεται. Η μάλλον - ακόμα χειρότερα - γίνεται με "λαθρεμπορικές" μεθόδους.

Εκλαΐκευση των κειμένων - επιβολή (εθελουσίως!) προτύπου "σε Απλά Ελληνικά". Ακόμα και όταν οι ελληνικές αρχές (αλλά και πολλές επιχειρήσεις κυρίως του Δημοσίου τομέα) αποφασίσουν να δημοσιοποιήσουν πληροφορίες, τις διατυπώνουν με τρόπο που η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών απλώς δεν τις κατανοεί. Πρόσφατα προσπάθησα να διαβάσω μια Μηνιαία Έκθεση για την διαχείριση των ΑΠΕ του ΔΑΠΕΕΠ. Εφιαλτική εμπειρία! Είναι ανάγκη οι συντάκτες των κειμένων να δίνουν προσοχή στο πως γράφουν. Η δικαιολογία ότι γράφουν για ειδήμονες δεν αρκεί. Γιατί δεν γράφουν για ειδήμονες. Μια εκστρατεία του τύπου "Plain English" που λειτουργεί με ιδιωτική πρωτοβουλία στη Μ. Βρετανία (από το 1976!) θα ήταν επωφελής. 

Πλουραλισμό στον διάλογο-απαίτηση για διανοητική εντιμότητα. Δεν είναι όλες οι απόψεις δημοφιλείς - τουλάχιστον σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Η δημοφιλία όμως των απόψεων έχει πολύ μικρή σχέση με την αξία τους (για τους Έλληνες το κώνειο του Σωκράτη και ο εξοστρακισμός του Αριστείδη πρέπει να είναι πειστικές ενδείξεις).  Η κριτική είναι ο μηχανισμός που οδηγεί σε καλύτερη κατανόηση των απόψεων και ίσως ο συντομότερος για την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτών λύσεων. Αυτό απαιτεί διανοητική εντιμότητα. Όσοι παρουσιάζουν γνώμες και απόψεις είναι καλό να ξεκινούν από την αντίθετη άποψη  - αυτή την οποία προτίθενται να απορρίψουν. Αυτό είναι μια εφαρμογή του διανοητικού "Turing test": Εμπιστευόμαστε περισσότερο αυτόν που μπορεί να μας παρουσιάσει με τον πιο πειστικό τρόπο την αντίθετη με την  δική του άποψη. Ακόμα και συγγραφείς που γράφουν για να υποστηρίξουν πολιτικές που ευνοούν τους "Λαθρέμπορους" η τους "Βαπτιστές" μπορούν να ωφεληθούν από μια μικρή δόση διανοητικής εντιμότητας.

Υποθέτουμε ότι ένας λόγος που ο ελληνικός τύπος παρουσιάζει μεγάλα προβλήματα μονομερούς πληροφόρησης είναι οικονομικός. Από το να διεξάγει μια πρωτογενή έρευνα ένα μέσο, είναι φθηνότερο να μεταφράσει ένα κείμενο από ξένη πηγή και να γεμίσει έτσι τις σελίδες του. Ο άσχετος ή ιδεολογικά ενταγμένος συντάκτης/μεταφραστής έχει τεράστια περιθώρια παραπλάνησης του κοινού - χωρίς να παίρνει και την ευθύνη. Παρ΄όλο που η πιθανότητα να βρεί την αντίθετη άποψη στα διεθνή μέσα είναι σχεδόν 100%. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα ο αναγνώστης πολλών εφημερίδων και ιστοσελίδων κατά τεκμήριο "δεξιών" η "φιλελεύθερων" (πόσο μάλλον των υπόλοιπων) αποκτά την εντύπωση ότι ο Guardian είναι η μόνη βρετανική εφημερίδα και οι New York Times ή μόνη αμερικανική (δεν είναι οι μόνες - πράγμα που δεν σημαίνει ότι δεν είναι πολύ καλές εφημερίδες. Αλλά υπάρχει και η Wall Street Journal). 

Απαίτηση για δύσκολες ερωτήσεις στους πολιτικούς. Αυτό είναι ένα πραγματικά ευαίσθητο θέμα αλλά δεν μπορούμε να αποφύγουμε να σημειώσουμε το γεγονός ότι ο ελληνικός τύπος δεν επιμένει στις ερωτήσεις του προς τους πολιτικούς. Αυτό θα ήταν ίσως αποδεκτό αν δεν τους διαφοροποιούσε αν όχι από όλο την δυτικό τύπο, τουλάχιστον τον αγγλοσαξωνικό που ο υπογράφων μπορεί να παρακολουθεί ευκολότερα. Η άγνοια δεν ευσταθεί ως δικαιολογία γιατί η τακτική γίνεται εμφανής στην επιλογή του τίτλου του άρθρου-συνέντευξης. Ένα πρόσφατο παράδειγμα: Οι πολιτικοί (και οι κρατικοί τραπεζίτες) διαδίδουν ότι η διασύνδεση της Κρήτης θα ωφελήσει τους Έλληνες καταναλωτές κατά 400 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο. Αλλά πρέπει να είναι προφανές και στον λιγότερο ειδικευμένο δημοσιογράφο ότι για να γλυτώσουμε αυτά τα λεφτά πρέπει να επενδύσουμε πρώτα άλλα λεφτά. Πράγμα που σημαίνει ότι η ωφέλεια (αν δεν μας τα χαρίσουν  - που δεν θα μας τα χαρίσουν) θα είναι κάπως μικρότερη από αυτή που ανακοινώνεται. Η ερώτηση δεν έγινε ποτέ. Οι πολιτικοί αφήνονται στις μισές αλήθειες και εμείς αναρωτιόμαστε τι ποσοστό από τα υπόλοιπα πιο σοβαρά που μας λένε είναι αλήθεια. 

Παρουσίαση της τρέχουσας επικαιρότητας σε μακροπρόθεσμο πλαίσιο. Αυτό είναι απαραίτητο κυρίως στα άρθρα γνώμης. Η κριτική και τα σχόλια σε θέματα της τρέχουσας επικαιρότητας καλό είναι να γίνεται σε ένα πλαίσιο αξιολόγησής της στον χρόνο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ανακοινώσεις για την συνεισφορά των ΑΠΕ στην παραγωγή ενέργειας. Διαβάζοντας τις διθυραμβικές περιοδικές ανακοινώσεις ο αναγνώστης λαμβάνει το μήνυμα ότι το ρεύμα μας παράγεται πλέον από ΑΠΕ. Αναρωτιέται κανείς γιατί δεν υπάρχει πανηγυρισμός όταν οι ανάγκες μας καλύπτονται σε ίδιο βαθμό με τις ΑΠΕ από εισαγωγές από τα λιγνιτικά εργοστάσια της Βουλγαρίας (ενώ εμείς κλείνουμε τα δικά μας!). Θεμιτό να πανηγυρίζουν οι ενδιαφερόμενοι για την αυξημένη παραγωγή των ΑΠΕ - στο σωστό πλαίσιο όμως τόσο συγκριτικά με άλλες πηγές ενέργειας όσο και τον χρονικό ορίζοντα.

Εκκίνηση από την υπόθεση ότι οι αγορές είναι πάντα η προτιμότερη λύση. Αυτή είναι ίσως και η πιο δύσκολο να χωνευθεί πρόταση του γράφοντος. Γιατί όμως πρέπει να συνεχίσουμε να το κρύβουμε; Η ζωή έχει δείξει με ακρίβεια σχεδόν πειραματικής μεθόδου ότι η αποκέντρωση των οικονομικών αποφάσεων στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο (υπό τον περιορισμό της υπάρχουσας τεχνολογίας) είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος οργάνωσης τόσο όσο αφορά την αύξηση της παραγωγής όσο και της παραγωγικότητας. Αυτό το είχαν συνειδητοποιήσει  ακόμα και οι υπεύθυνοι του Σοβιετικού Gosplan και προσπαθούσαν να το υλοποιήσουν χρησιμοποιώντας μεθόδους γραμμικού προγραμματισμού. Το σύστημα ποτέ δεν δούλεψε γιατί έλλειπε το θεμέλιο: τα δικαιώματα ιδιοκτησίας δηλαδή η βάση του συστήματος που ονομάζουμε καπιταλισμό. 

Όταν λέμε όμως ότι η αγορά είναι η προτιμότερη λύση δεν εννοούμε ότι είναι η μόνη λύση - γιατί δεν είναι. Απαιτούνται διορθώσεις κυρίως όταν υπάρχουν προβλήματα φυσικών μονοπωλίων και δημόσιων αγαθών (με την οικονομική έννοια). Η αγορά είναι θεσμός που επιλέγεται από το κοινωνικό σύνολο ως πρώτη προσέγγιση και με στόχο την γενική ευημερία υπό το περιορισμό της επίτευξης γνήσιων κοινωνικών στόχων (απόλυτα γνήσιοι είναι αυτοί που συμφωνούνται με ομοφωνία). Για παράδειγμα να πληρώνουν οι Έλληνες την ίδια τιμή για το ρεύμα ανεξάρτητα από το που μένουν. Αυτό είναι μια στρέβλωση γιατί το κόστος διαφέρει, αλλά οι Έλληνες νομίζω θα δεχόντουσαν την επιβάρυνση ομόφωνα (δεν έχουν ερωτηθεί βέβαια!).

Το θέμα της αγοράς λοιπόν (δηλαδή η επιλογή της ως το βασικό πλαίσιο οργάνωσης του κλάδου) είναι πλέον τεχνικό - όχι ιδεολογικό. Το ευρύ κοινό δεν το έχει κατανοήσει πλήρως ή είναι δύσκολο να το κατανοήσει για αγαθά όπως τα ενεργειακά. Γι αυτό και οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης έχουν υποχρέωση να το εξηγούν τοποθετώντας στο πλαίσιο αυτό τις απόψεις τους για θέματα πολιτικής.  Το βάρος της απόδειξης πέφτει πλέον στους αρνητές της αγοράς. Δυστυχώς όμως η αγορά είναι ωφέλιμη για το κοινωνικό σύνολο όχι όμως κατ' ανάγκη για τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης. Πως θα τους πείσουμε να προσαρμοσθούν; Ο υπογράφων δεν έχει όλες τις απαντήσεις.