Η λίστα ιστολογίων μου

21/3/15

Περί Στρεβλώσεων στην Αγορά Ηλεκτρισμού

Ο κλάδος του ηλεκτρισμού είναι απο τους πιο εσωστρεφείς. Οι δραστηριοποιούμενοι σ' αυτόν, που μέχρι πρόσφατα είχαν γνωρίσει μόνο έναν εργοδότη στην ζωή τους - την ΔΕΗ, συνεννοούνται μεταξύ τους στην δική τους γλώσσα. Η ΔΕΗ έσπασε, ρυθμιστικές αρχές δημιουργήθηκαν για να τη ελέγχουν, ανταγωνιστές εισήλθαν στην “αγορά” – παντού όμως ένας πρώην ΔΕΗτζής με νέο καπέλο χαμογελάει εξασφαλίζοντας ότι όλα είναι υπο έλεγχο – μη ανησυχείτε. Ο υπογράφων, πρώην ΔΕΗτζής, είχε την τύχη να γνωρίσει και άλλους εργοδότες στη καριέρα του - να προλάβω να ομολογήσω ότι η ΔΕΗ ήταν με διαφορά ο καλύτερος. Μιλάω συνεπώς την γλώσσα τους και τους καταλαβαίνω γι' αυτό και προσφέρω στο ευρύτερο κοινό το πόνημα αυτό. Ιδίως στοχεύω σε αυτούς που έχουν ή σκοπεύουν να έχουν, ή ελπίζουν ότι θα πάρουν στα χέρια τους τους μοχλούς της πολιτικής εξουσίας. Θα τους είναι χρήσιμο να ακούσουν και την άποψη του εξωμότη.

Στο κείμενο που ακολουθεί γίνεται μια προσπάθεια να καταρτισθεί ένας κατάλογος με τις σημαντικότερες στρεβλώσεις της ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού. Η έμπνευση προέρχεται απο ανάλογα δημοσιευμένα κείμενα που κατά την γνώμη του υπογράφοντος ενώ είναι εξαιρετικά σε πλούτο πληροφόρησης και ποιότητα ανάλυσης, διατηρούν μια πόλωση στις απόψεις που υποστηρίζουν. Κοινό τους χαρακτηριστικό η απουσία του συμφέροντος του καταναλωτή. Αυτή είναι  η προσδοκώμενη προστιθέμενη αξία του παρόντος.

Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν στρεβλώσεις στην αγορά ηλεκτρισμού στην Ελλάδα (αυτό είναι το understatement of the year όπως θα έλεγαν οι αγγλοσάξωνες) Οι στρεβλώσεις αυτές είναι δύο ειδών. Αφενός επιδοτήσεις/επιβαρύνσεις σε παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας που μετακυλίονται στους καταναλωτές, αφετέρου επιδοτήσεις υπέρ ομάδων καταναλωτών εις βάρος των υπολοίπων ("σταυροειδείς"). Όλες βασίζονται και δικαιολογούνται από πολιτικές αποφάσεις.

Ας τις δούμε λοιπόν, αρχίζοντας από τις επιδοτήσεις/επιβαρύνσεις σε παραγωγούς, Το κόστος των στρεβλώσεων αυτών επιβαρύνει το σύνολο των καταναλωτών. Αν δεν υπήρχαν οι επιδοτήσεις/επιβαρύνσεις αυτές, η δαπάνη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών για ρεύμα θα ήταν μικρότερη. Παρακάτω αναλύεται κάθε στρέβλωση, δίνεται μια εκτίμηση του μεγέθους της (κόστος σε ετήσια βάση) και αναφέρονται οι ωφελούμενοι από αυτήν.

  • Επιδοτείται η λειτουργία των (τόσο ιδιωτικών όσο και ιδιοκτησίας ΔΕΗ) σταθμών παραγωγής με φυσικό αέριο. Κυρίως μέσω των ΑΔΙ (Αποδεικτικών Διαθεσιμότητος Ισχύος) δηλαδή αμοιβής για την διαθεσιμότητα του σταθμού και όχι για την παραγωγή του. Αμοιβή που καθορίζεται διοικητικά και όχι μέσω της αγοράς. Υποτίθεται ότι καλύπτει τα σταθερά κόστη έτσι ώστε να έχουν κίνητρα οι παραγωγοί να διαθέτουν επάρκεια ισχύος μακροχρόνια. Αυτό σε ένα σύστημα που έχει εγκατεστημένη ισχύ 15 GW (χωρίς τις ΑΠΕ που είναι άλλα 4 GW) και μέγιστη αιχμή ζήτησης 7,7 GW. Περιθώριο εφεδρείας 50% ενώ ιστορικά αρκούσε το 16-20%. Σε μια αγορά που στη ωρίμανσή της θα έχει αύξηση στα επίπεδα του 1% τον χρόνο αν κρίνουμε απο την εξέλιξη στις ΗΠΑ. Το κόστος των ΑΔΙ είναι περιπου 600 εκατομμύρια ευρώ απο τα οποία τα 400 μπορούν να θεωρηθούν επιδότηση. Απο την επιδότηση αυτή κερδίζουν οι μέτοχοι και άλλοι "συμμέτοχοι" (πχ εργαζόμενοι, δανειστές) των παραγωγών.
  • Επιδοτείται η παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές. Αυτή η επιδότηση είναι αποτέλεσμα της δέσμευσης της χώρας ως μέλους της ΕΕ να παράγεται μέχρι το 2020 το 40% της ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. Ας σημειωθεί ότι η παραγωγή από ΑΠΕ είναι από ένας από τους ακριβότερους τρόπους αποφυγής εκπομπών CO2 (abatement cost). Το σύνολο της δαπάνης για ΑΠΕ ανέρχεται στο ποσό του 1,1 δισεκ ευρώ περίπου. Η επιδότηση είναι λίγο μικρότερη ας πούμε 700 εκατ ευρώ. Κερδίζουν οι μέτοχοι/ιδιοκτήτες μικροί και μεγάλοι των εγκαταστάσεων ΑΠΕ. (Για να είμαστε δίκαιοι έχει εκφραστεί δημόσια η άποψη ότι η παραγωγή απο ΑΠΕ συνεισφέρει, ή θα μπορούσε να συνεισφέρει στη ΜΕΙΩΣΗ της τιμής του ρεύματος στον τελικό καταναλωτή. Δεν θα σχολιάσουμε έδω αυτή την άποψη – απλώς δεν έχει υποπέσει στην αντίληψη του γράφοντος η έκφραση τέτοιων απόψεων στα ανεπτυγμένα κράτη του “1ου” κόσμου – δεν το τολμούν).
  • Επιβαρύνεται η παραγωγή με λιγνίτη μέσω της ρήτρας διοξειδίου του άνθρακος. Ευτυχώς λόγω της κατάρρευσης η αγοράς δικαιωμάτων αυτή η ευρωπαική τρέλα δεν κοστίζει ακόμα πολλά στην ΔΕΗ και το κοινωνικό σύνολο (περίπου 200 εκατ ευρώ το 2014).
  • Σύμφωνα με μελέτη της Booz Allen επί διοίκησης Αθανασόπουλου, η ΔΕΗ συγκρινόμενη με την μέση ομοειδή επιχείριση στην ΕΕ είχε κόστος μεγαλύτερο κατά 700 εκατ ευρώ τον χρόνο. Το ποσό αφορά τόσο την παραγωγή όσο και τα δίκτυα της πρώην ΔΕΗ. Τα δίκτυα πλέον είναι ανεξάρτητες εταιρείες αλλά ο κώδικας που θα επέβαλε τον έλεγχο της κοστολογικής τους δομής δεν εφαρμόστηκε ακόμα (αναμένεται εδώ και μια δεκαετία). Δεν νομίζω να υπάρχουν άνθρωποι στην χώρα που να μην συμφωνούν ότι η παραγωγικότητα των εργαζομένων στην ΔΕΗ εξαρτάται απο πολιτικού χαρακτήρα αποφάσεις. Απόδειξη η ευκολία με την οποία έγινε το δραματικό "πετσόκομμα" της μισθοδοσίας μέσω των μνημονιακών υποχρεώσεων. Παρ' ολ' αυτά, οι υπάλληλοι της ΔΕΗ εξακολουθούν να είναι οι κυρίως ωφελούμενοι απο την συγκεκριμένη στρέβλωση. Ισως η ΔΕΗ να μην είναι "υπέρβαρη" κατά 700 εκατομμύρια όπως είχε υπολογίσει η Booz Allen, θα υποθέσουμε ότι έχει κάνει δίαιτα και έχει μειώσει στο μισό το υπερβάλον στα 350 εκατ ευρώ.
  • Επιδότηση της σημερινής παραγωγής και συνεπώς και των σημερινών καταναλωτών εις βάρος της μελλοντικής παραγωγής και συνεπώς των επόμενων γενεών καταναλωτών. Αυτό γίνεται γιατί ο λιγνίτης κοστολογείται στη τιμή εξόρυξης αντί της τιμής σπάνιδος. Στην πραγματικότητα ο φτηνός λιγνίτης βοηθά να καλυφθεί για δεκαετίες η χαμηλή παραγωγικότητα της ΔΕΗ, που είχε 30,000 εργαζόμενους όταν χρειαζόταν το 1/3 (βλέπε μελέτη Booz Allen παραπάνω).
Σε μια αγορά συνεπώς με κύκλο εργασιών γύρω στα 6,500 εκατομμύρια ευρώ, υπάρχουν τουλάχιστον 1,500 εκατ. ευρώ κόστη απο επιβαρύνσεις που τις πληρώνουν οι σημερινοί καταναλωτές για πολιτικούς λόγους. Με κερδισμένους κυρίως τους παραγωγούς (ιδιοκτήτες, στελέχη, μετόχους, δανειστές, προμηθευτές). Δεν είναι λίγο - είναι γύρω στο 25%! Αυτός είναι ο ορισμός της χειρίστου είδους μονοπωλιακής / ολιγοπωλιακής αγοράς. Μιας αγοράς όπου προστατεύονται τα συμφέροντα των συντελεστών της παραγωγής αδιαφορώντας για τους καταναλωτές. Για να είμαστε δίκαιοι μεγάλο μέρος οφείλεται στην συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ - είναι όμως αυτό κάτι που είναι γραμμένο στην πέτρα? Τουλάχιστον να είχαμε και καμμία αντίρρηση στα φόρα της ΕΕ! Κάποια "εξαίρεση"? - είμαστε μαίτρ του είδους.

Ας περάσουμε λοιπόν στις επιδοτήσεις μεταξύ κατηγοριών καταναλωτών ("σταυροειδείς"). Οι επιδοτήσεις αυτές απαγορεύονται από τις Οδηγίες της ΕΕ. Οι Οδηγίες απαιτούν "κοστοστρεφή" τιμολόγια, όπου ο κάθε καταναλωτής χρεώνεται ανάλογα με το κόστος που επιφέρει στο σύστημα η κατανάλωσή του. Τέτοιου είδους "κοστοστρέφεια" είναι η εξαίρεση στην ελληνική αγορά ηλεκτρισμού. Με τις σταυροειδείς αυτές επιδοτήσεις, το τεράστιο επιπλέον κόστος που προκαλείται από τις στρεβλώσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω μοιράζεται με άνισο, άδικο και παράνομο τρόπο στους καταναλωτές. Ο κατάλογος είναι μακρύς.

  • Επιδότηση οικιακών καταναλωτών εις βάρος κυρίως εμπορικών/μικρών βιομηχανικών. Η ελληνική αγορά είναι η μόνη στην ΕΕ όπου οι τιμές του ηλεκτρικού για οικιακή χρήση ήταν παραδοσιακά (και εξακολουθούν σε μεγάλο βαθμό να είναι) χαμηλότερες ή ίσες με αυτές των εμπορικών και μικρών βιομηχανικών χρήσεων. Αυτό είναι προφανής και σημαντική στρέβλωση του κανόνα της κοστοστρέφειας. Δεν έχω υπόψη υπολογισμούς του μεγέθους αυτής της επιδότησης είναι όμως πιθανόν να είναι η σημαντικότερη απο όλες (Δεν είναι τυχαίο που η "επανισορρόπιση" - "rebalancing" των τιμολογίων είναι μνημονική υποχρέωση που πράγματι έχει ως ένα βαθμό εφαρμοστεί). Ενα απο τα χειρότερα αποτελέσματα της "φιλολαικής" αυτής πολιτικής (για την οποία η ΔΕΗ πάντα υπερηφανευόταν -"έχουμε το φθηνότερο οικιακό ρεύμα στην ΕΕ") είναι η οικολογική καταστροφή που συνεπάγεται το να μαγειρεύουμε, να ζεσταίνουμε το νερό χρήσης ακόμα και να θερμαινόμαστε με ηλεκτρισμό (εξαιρούνται οι αντλίες θερμότητος). Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η σταυροειδής αυτή επιδότηση (και η μνημονιακή απαίτηση να διορθωθεί) βρίσκεται στην ρίζα του προβλήματος των δύο εταιρειών που χρεωκόπησαν (Hellas Power και Aegean). Ανεξάρτητα απο την νομική πλευρά του θέματος (για την οποία ο γράφων δεν έχει άποψη), είναι σαφές ότι οι εταιρείες αυτές ανδρώθηκαν ¨κλέβοντας" τους κερδοφόρους για την ΔΕΗ μεγάλους πελάτες (cherry picking είναι η αγγλοσαξωνική έκφραση) και κατέρρευσαν όταν το rebalancing των τιμολογίων τις ανάγκασε να στραφούν στους λιγότερο κερδοφόρους οικιακούς.
  • Επιδότηση αγροτών. Οι αγρότες ή μάλλον οι καταναλωτές που δηλώνουν αγρότες πληρώνουν το ρεύμα σχεδόν στη μισή τιμή από τους υπόλοιπους. Γι αυτό και στον Θεσσαλικό κάμπο ποτίζουν μεσημεριάτικα μέσα στο καλοκαίρι προκαλώντας τραγικές αιχμές στο τοπικό δίκτυο αλλά και στο σύστημα γενικότερα. Για αυτό στην Χαλκιδική οι "αγροτικές εκμεταλλεύσεις" έχουν στο αγρόκτημα εξοχικά. Γι' αυτό η ΔΕΗ (παλιότερα τουλάχιστον) απασχολούσε ... γεωπόνους. Υπολογίζω ότι το κόστος αυτής της στρέβλωσης είναι μεγαλύτερο από 300 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο.
  • Επιδότηση καταναλωτών στα "μη διασυνδεδεμένα" νησιά. Αφορά σε ποσοστό πάνω απο 80% την Κρήτη, Ρόδο, Χίο Μυτιλήνη με την πρώτη πάνω απο το 60%. Στα νησιά αυτά το κόστος παραγωγής ρεύματος είναι πολύ μεγαλύτερο απο αυτό της ηπειρωτικής χώρας. Οι κάτοικοι όμως πληρώνουν την ενιαία σε όλη την χώρα τιμή. Η διαφορά καλύπτεται απο τους υπόλοιπους έλληνες καταναλωτές και αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ). Το κόστος, ή καλύτερα η μεταφορά πόρων στους καταναλωτές των νησιών αυτών, είναι περίπου 700 εκατομμύρια ευρώ. (Μία ενδιαφέρουσα παρατήρηση: αν η τιμή του ρεύματος αντανακλούσε το τοπικό κόστος, πιθανόν οι ΑΠΕ να μην χρειάζονταν επιδότηση στα νησιά. Αυτό οι αγγλοσάξωνες θα το έλεγαν double whammy - θα μειωνόταν και τα ΥΚΩ και το ΕΤΜΕΑΡ!)
  • Επιδότηση μεγάλων καταναλωτών μέσω μακροπρόθεσμων συμβολαίων ρήτρας χρηματιστηριακών μετάλλων και χαλαρής πιστωτικής πολιτικής (Αλουμίνιο της Ελλάδος, ΛΑΡΚΟ). Αυτή είναι μια παλιά ιστορία και οφείλεται στο ότι ο κυβερνήσεις της δεκαετίας του 50-60 εφάρμοζαν (όπως ήταν σύνηθες άλλωστε και σε όλες τις "Δυτικές" χώρες) "βιομηχανική πολιτική". Ανάγκασαν συνεπώς την ΔΕΗ να συμβληθεί μακροχρόνια με τις μεγάλες ηλεκτροβόρες βιομηχανίες και μάλιστα με ρήτρα τιμής του τελικού τους προιόντος. Η ΔΕΗ συνεπώς ανέλαβε, ως μη ώφειλε, κινδύνους σε επίπεδο μετόχου στις εταιρείες αυτές (στην ΛΑΡΚΟ μάλιστα έγινε και πραγματικός μέτοχος έναντι οφειλών!). Δεν έχω υπόψη μου ενημερωμένες μελέτες και αριθμούς δεδομένου ότι είναι ακόμα σε εξέλιξη η προσπάθεια της ΔΕΗ να απεμπλακεί απο τις συμβάσεις αυτές (χωρίς απο ότι ακούω με μεγάλη επιτυχία). Δεν θα ήταν έκπληξη όμως αν, για παράδειγμα, μόνη της η ΛΑΡΚΟ κοστίζει στην ΔΕΗ περισσότερο απο ότι όλοι οι αγρότες μαζί.
  • Επιδότηση ρεύματος στους υπαλλήλους της ΔΕΗ. Είναι γνωστό ότι οι υπάλληλοι αλλά και όλοι οι συνταξιούχοι της ΔΕΗ πληρώνουν στα σπίτια τους μειωμένη τιμή ρεύματος. Θεωρείται όμως πλέον παροχή σε είδος και φορολογείται (συντηρητικός υπολογισμός κόστους 10-20 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο).
  • Επιδότηση αιχμιακών καταναλωτών (κυρίως χρήστες κλιματισμού συνεπώς κατά τεκμήριο ευκατάστατων) εις βάρος των υπολοίπων. Αυτή είναι μια σημαντική στρέβλωση που δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Σχετίζεται με το γεγονός ότι το κόστος παραγωγής ηλεκτρισμού στις ώρες αιχμής είναι πολύ μεγαλύτερο απο ότι τις υπόλοιπες. Η τιμή του όμως παραμένει σταθερή. Ο καταναλωτής στην αιχμή συνεπώς επιφέρει πρόσθετο κόστος στο σύστημα για το οποίο δεν χρεώνεται. Υπολογισμοί που έχουν γίνει εκτιμούν ότι το κόστος αυτής της επιδότησης φθάνει σε τάξη μεγέθους τα 300 εκατ. ευρώ ετησίως. Η τεχνολογία του “έξυπνου δικτύου” θα δώσει σύντομα τη δυνατότητα να λυθεί το πρόβλημα μέσω εφαρμογής “δυναμικών τιμολογίων” (δηλαδή τιμολογίων όπου η λιανική τιμή του ρεύματος αλλάζει αντανακλώντας σε πραγματικό χρόνο την τιμή της χονδρικής) που προυποθέτουν όμως την εγκατάσταση “έξυπνων” μετρητών. Η διεθνής εμπειρία μέχρι τώρα είναι βέβαια ότι μπαίνουν οι έξυπνοι μετρητές αλλά όχι τα δυναμικά τιμολόγια. Το πάρτυ είναι μόνο για τους προμηθευτές μετρητών. Η συμβιωτική σχέση των εταιρειών κοινής ωφέλειας με τους προμηθευτές τους δεν είναι ελληνική ιδιαιτερότητα. Ακολουθούμε με αξιομνημόνευτη πιστότητα τις κορπορατίστικες πρακτικές των ηλεκτρικών μονοπωλίων “απανταχού της γής”.
Ας τελειώσουμε το σημείωμα αυτό με μια χαρούμενη νότα. Υπάρχει ένα μυστικό (εκεί ψηλά στον Υμηττό) στην ελληνική αγορά ηλεκτρισμού που είναι καλά κρυμμένο. Στα μέρη μας (Βουλγαρία πυρηνικά, Ρουμανία πετρέλαιο, Αλβανία υδροηλεκτρικά, Κόσοβο λιγνίτης) υπάρχει τόση πολλή διαθέσιμη υποαπασχολούμενη ηλεκτρική ισχύς, που με τις κατάλληλες διασυνδέσεις (που δεν κοστίζουν ακριβά) μπορούμε να βάλουμε σε ναφθαλίνη πολλά απο τα δικά μας εργοστάσια (ΔΕΗ και Ιδιώτες- να προσθέσουμε σ' αυτό και την δυνατότητα των νησιών μας, Χίος, Μυτιλήνη, Σάμος Ικαρία, Ρόδος, Κως να πάρουν φθηνό ρεύμα απο την Τουρκία για να μειώσουμε τα ΥΚΩ που λέγαμε?) Στην πραγματικότητα το κάνουμε μέχρι ενός σημείου και σήμερα αφού οι καθαρές εισαγωγές μας σε καθημερινή βάση φθάνουν το 20% του ηλεκτρισμού που καταναλώνουμε. Αυτό σημαίνει οτι τα διπλοπληρώνουμε τα εργοστάσιά μας – με τα προαναφερθέντα ΑΔΙ.

Για να πούμε και του στραβού το δίκιο, ούτε σε αυτό πρωτοπορούμε. Πολλά χρόνια τώρα οι εθνικοί πρωταθλητές του ηλεκτρισμού στις ευρωπαικές χώρες (άλλοι λιγότερο – Γερμανοί, Βρεττανοί άλλοι περισότερο Ισπανοί, Ιταλοί) προσπαθούν με κάθε τρόπο να εμποδίσουν τις εξαγωγές του γαλλικού πρωταθλητή που με τα πυρηνικά του μπορεί να μας κατακλύσει με φθηνό ρεύμα. Οι ισχυρές διασυνδέσεις για την μεγάλη ευρωπαική αγορά ηλεκτρισμού έχουν μεγάλα περιθώρια. Είναι ένας απο τους λόγους που η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος στην Ευρώπη είναι σχεδόν διπλάσια απο αυτή στις ΗΠΑ.

Σημειώσεις :
1) Στην πρώτη έκδοση του σημειώματος αναφερόταν ότι η επιδοτούμενη τιμή ρεύματος για τους υπαλλήλους και συνταξιούχους της ΔΕΗ δεν θεωρείται παροχή σε είδος και δεν φορολογείται. Είναι λάθος - φορολογείται. Το κείμενο διορθώθηκε
2) Επίσης επιβεβαιώθηκε απο αξιόπιστες πηγές η "υπόθεση ότι η ΔΕΗ έκανε δίαιτα" στα κόστη της μετά τα 700 εκατ ευρώ της Booz Allen και μάλιστα αυτή αφορούσε σχεδόν αποκλειστικά μείωση μισθοδοσίας.
3) Στην πρώτη έκδοση το κόστος δικαιωμάτων εκπομπής CO2 είχε εκτιμηθεί σε λιγότερα απο 100 εκατ τον χρόνο. Δυστυχώς είναι τουλάχιστον διπλάσιο λόγω του ότι η τιμή ανα τόνο (μετά απο πολιτικές παρεμβάσεις) έφθασε το 2014 στα 7 ευρώ. Εγινε η σχετική διόρθωση. Να σημειωθεί ότι αν τα σχέδια της ΕΕ για την αγορά ρύπων υλοποιηθούν το ποσό αυτό για την Ελλάδα μπορεί να φθάσει το 1 δισεκατομμύριο ευρώ τον χρόνο.